ΣΧΕΣΕΙΣ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΕΤΩΝ
του Ρίσμαγκ Γκορντεζιάνι
διευθυντού του Ινσιτούτου Κλασσικών,
Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών
του Κρατικού Πανεπιστημίου της Τιφλίδας.
Είναι δύσκολο να βρει κανείς σήμερα δύο λαούς με μακρόχρονη ιστορία και διμερείς σχέσεις όπως οι Έλληνες και οι Γεωργιανοί. Οι δύο λαοί έχουν επαφές εδώ και 35 αιώνες. Αν παρακολουθήσουμε την ιστορία του Καυκάσου, θα δούμε πως οι σχέσεις της Γεωργίας με τον πολιτισμό της Μεσογείου έχουν βαθιές ρίζες, που μας οδηγούν μέχρι τη Νεολιθική Εποχή και την Εποχή του Χαλκού. Οι σχέσεις αυτές αναπτύσσονται κατά
την αρχαιότητα, την ελληνιστική, τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή εποχή και φτάνουν ως τις ημέρες μας. Οι αναφερόμενες περιόδοι παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον για τους επιστήμονες, καθώς οι τελευταίοι ανακαλύπτουν πόσο οργανωμένες και σταθερές ήταν οι σχέσεις της Γεωργίας με τις χώρες της Μεσογείου.
Όπως είναι γνωστό, στο τέλος του πρώτου μισού της δεύτερης χιλιετίας στην περιοχή του Αιγαίου αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν οι πολιτισμοί που σήμερα συμβατικά ονομάζουμε "προελληνικούς". Αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από τα αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και άμεσα, από τη νεοελληνική γλώσσα, στην οποία υπάρχουν πολλές λέξεις από τις προελληνικές γλώσσες. Στη σύγχρονη επιστήμη διατυπώνεται η εικασία ότι από τα σπουδαιότερα συστατικά στοιχεία του προελληνικού κόσμου ήταν και γεωργιανά γλωσσικά στοιχεία. Η μετανάστευση φυλών από τη Μικρά Ασία στην περιοχή του Αιγαίου ασφαλώς άρχισε στην Νεολιθική Εποχή. Οι φυλές αυτές συνέδεσαν την περιοχή του Αιγαίου με τον λεγόμενο Νοτιοανατολικό Πολιτισμό. Έχει διατυπωθεί επιστημονική υπόθεση, σύμφωνα με την οποία η εγκατάσταση των προγόνων των Γεωργιανών στην περιοχή του Καυκάσου (4η χιλιετία π.Χ.) συνδέεται με τη μετανάστευση φυλών ίδιας καταγωγής. Από την άλλη πλευρά στην 3-2 χιλιετία π.Χ. οι Προγεωργιανές φυλές μετανάστευσαν από τον Καύκασο στην περιοχή του Αιγαίου αποτελώντας με τον τρόπο αυτό ένα από τα πιο ουσιαστικά στοιχεία του προελληνικού κόσμου. Βάση της υπόθεσης αυτής είναι εκατοντάδες τεκμήρια στην προελληνική γλώσσα που έχουν γεωργιανή προέλευση, όπως και η ελληνική μυθοποιητική παράδοση, που διηγείται για τον αλυσοδεμένο Προμηθέα, για τη γυναίκα του βασιλιά της Κρήτης την Πασιφάη, για το βασιλιά Αιήτη κλπ.
Για ελληνογεωργιανές σχέσεις μπορούμε να μιλάμε από την Μυκηναϊκή Εποχή, όταν οι Έλληνες για πρώτη φορά έφτασαν στη Μαύρη Θάλασσα. Η περίοδος αυτή καθρεφτίζεται στο μύθο της Αργοναυτικής Εκστρατείας στην Κολχίδα και στην δραματική αγάπη του Ιάσονα και της Μήδειας. Σύμφωνα με τον μύθο, η Αργοναυτική Εκστρατεία έγινε στο μεταίχμιο του 14ου προς τον 13ο αιώνα, στην εποχή της ακμής του πολιτισμού της Κολχίδας.
Οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γεωργία αναπτύχθηκαν κατά την εποχή του Ελληνικού
Αποικισμού. Η σύνθεση του ελληνικού με το γεωργιανό στοιχείο συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση και ανάπτυξη πολλών αποικιών στην περιοχή της Γεωργίας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύουν οι αρχαιολογικές ανασκαφές, κυρίως στην αρχαία πόλη Βάνι. Από την ίδια εποχή έχουμε και τα πρώτα γραπτά μνημεία, στα οποία αναφέρονται οι γεωργιανές φυλές, και τα οποία παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για το γεωργιανό κόσμο γενικότερα: πρόκειται για πηγές μεγάλης σημασίας για την γεωργιανή ιστοριογραφία.
Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ, στην παγκόσμια ιστορία αρχίζει μια καινούργια περίοδος, η Ελληνιστική. Η Γεωργία, αν και δεν υπήρξε ποτέ ελληνιστικό κράτος, είχε διακριτικές σχέσεις με τον ελληνιστικό κόσμο. Την εποχή αυτή σχηματίστηκε στην Ανατολική Γεωργία ένα ισχυρό κράτος, η Ιβηρία. Κατά την ελληνιστική περίοδο οι επαφές με την ελληνική γλώσσα και γενικά με τον ελληνικό πολιτισμό επεκτάθηκαν και στην Ανατολική Γεωργία. Είναι γεγονός ότι από τους δύο πολιτισμούς με τους οποίους η Γεωργία έρχεται σε επαφή, τον ανατολικό και το δυτικό, διαλέγει τον τελευταίο, προδιαγράφοντας έτσι το μέλλον του κράτους.
Η αρχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Γεωργία συμπίπτει με την εκστρατεία του Πομπήιου (1ος αιώνας π.Χ.). Η Γεωργία όμως, όπως και όλο το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, είναι προσανατολισμένη στον ελληνικό πολιτισμό. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Τζαλίσα, στην παλαιά πρωτεύουσα της Γεωργίας Μτσχέτα και τα ελληνικά χειρόγραφα που βρέθηκαν στο έδαφος της Γεωργίας αποδεικνύουν πόσο δυνατό ήταν το ελληνικό στοιχείο κατά την περίοδο αυτή. Με την επικράτηση της νέας θρησκείας οι σχέσεις της Γεωργίας με τον ελληνόφωνο κόσμο ενδυναμώθηκαν. Οι ελληνογεωργιανές σχέσεις στη βυζαντινή περίοδο έγιναν πιο στενές και πολύπλευρες. Από τον 5ο αιώνα μ.Χ. στη γεωργιανή γλώσσα μεταφράζονται θαυμάσια έργα της βυζαντινής λογοτεχνίας. Υπάρχουν περιπτώσεις ελληνικών έργων που χάθηκαν στο πρωτότυπο, αλλά διασώθηκαν μόνο στη γεωργιανή τους μετάφραση. Κατά τη βυζαντινή περίοδο χτίστηκαν πολλά αξιόλογα γεωργιανά μνημεία στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου (Άθως, Κύπρος, Πέτριτζο κλπ), τα οποία λειτούργησαν ως πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα των ελληνογεωργιανών σχέσεων.
Μετά την Άλωση της Πόλης η Γεωργία, όπως και όλος ο χριστιανικός κόσμος της Ανατολής, πέρασε δύσκολες στιγμές. Τότε αρχίζει και η περίοδος παρακμής των ελληνογεωργιανών σχέσεων.
Στο τέλος του 18ου αιώνα, όταν η Γεωργία έγινε μια δεύτερη πατρίδα για τους Πόντιους πρόσφυγες, αρχίζει μια καινούργια περίοδος για τις ελληνογεωργιανές σχέσεις. Οι Πόντιοι που διατήρησαν την εθνική τους συνείδηση για πολλούς αιώνες υπό τον τουρκικό ζυγό, άρχισαν μια καινούργια ζωή στην ομόθρησκη Γεωργία.
Ρίχνοντας μια ματιά στις ελληνογεωργιανές σχέσεις εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για ολόκληρο σύστημα αλληλεπιδράσεων με την αρχή, την ακμή και την παρακμή του. Με άριστες σχέσεις χιλιάδων ετών η Ελλάδα και η Γεωργία αποτελούν ένα υπόδειγμα μακρόχρονης και καρποφόρας συνύπαρξης.
Μετά από την επίτευξη της ανεξαρτησίας του Γεωργιανού κράτους, οι σχέσεις της Γεωργίας με την Ελλάδα εισήλθαν σε μια καινούργια εποχή, γεγονός που συμβάλλει στη ισχυροποίηση των πολιτικών, πολιτιστικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο λαών.
Οι μακραίωνες ελληνογεωργιανές επαφές προκαλούν σήμερα στη Γεωργία μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία της Ελλάδας και γενικά για τον ελληνικό πολιτισμό. Η πολύπλευρη αυτή ενασχόληση με τη μελέτη του Ελληνισμού και των πολύμορφων σχέσεων του με τη Γεωργία βοηθά στη δυναμική εξέλιξη των ελληνικών σπουδών στη Γεωργία. Το κύρος της σχολής της κλασικής φιλολογίας και βυζαντινολογίας στη Γεωργία έχει αναγνωρισθεί παγκόσμια. Τα τελευταία χρόνια έχει διεκδικήσει μια ανάλογη θέση και η σχολή της νεοελληνικής φιλολογίας. Με τη συμπαράσταση της Ελληνικής Πρεσβείας στη Γεωργία, καθώς και διαφόρων ελληνικών ιδρυμάτων και φορέων, στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Τιφλίδας ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Κλασικών, Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών. Στα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης της Γεωργίας διδάσκεται η ελληνική ως ξένη γλώσσα κατ' επιλογήν. Πρόσφατα άρχισε να λειτουργεί στην Ελλάδα το Γεωργιανό Ινστιτούτο Αθηνών. Συμπερασματικά, μπορεί ανεπιφύλακτα να υποστηριχθεί ότι οι ελληνογεωργιανές σχέσεις έχουν ένα σταθερό υπόβαθρο που μας παρέχει τη δυνατότητα να αισιοδοξούμε για το μέλλον.
του Ρίσμαγκ Γκορντεζιάνι
διευθυντού του Ινσιτούτου Κλασσικών,
Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών
του Κρατικού Πανεπιστημίου της Τιφλίδας.
Είναι δύσκολο να βρει κανείς σήμερα δύο λαούς με μακρόχρονη ιστορία και διμερείς σχέσεις όπως οι Έλληνες και οι Γεωργιανοί. Οι δύο λαοί έχουν επαφές εδώ και 35 αιώνες. Αν παρακολουθήσουμε την ιστορία του Καυκάσου, θα δούμε πως οι σχέσεις της Γεωργίας με τον πολιτισμό της Μεσογείου έχουν βαθιές ρίζες, που μας οδηγούν μέχρι τη Νεολιθική Εποχή και την Εποχή του Χαλκού. Οι σχέσεις αυτές αναπτύσσονται κατά
την αρχαιότητα, την ελληνιστική, τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή εποχή και φτάνουν ως τις ημέρες μας. Οι αναφερόμενες περιόδοι παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον για τους επιστήμονες, καθώς οι τελευταίοι ανακαλύπτουν πόσο οργανωμένες και σταθερές ήταν οι σχέσεις της Γεωργίας με τις χώρες της Μεσογείου.
Όπως είναι γνωστό, στο τέλος του πρώτου μισού της δεύτερης χιλιετίας στην περιοχή του Αιγαίου αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν οι πολιτισμοί που σήμερα συμβατικά ονομάζουμε "προελληνικούς". Αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από τα αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και άμεσα, από τη νεοελληνική γλώσσα, στην οποία υπάρχουν πολλές λέξεις από τις προελληνικές γλώσσες. Στη σύγχρονη επιστήμη διατυπώνεται η εικασία ότι από τα σπουδαιότερα συστατικά στοιχεία του προελληνικού κόσμου ήταν και γεωργιανά γλωσσικά στοιχεία. Η μετανάστευση φυλών από τη Μικρά Ασία στην περιοχή του Αιγαίου ασφαλώς άρχισε στην Νεολιθική Εποχή. Οι φυλές αυτές συνέδεσαν την περιοχή του Αιγαίου με τον λεγόμενο Νοτιοανατολικό Πολιτισμό. Έχει διατυπωθεί επιστημονική υπόθεση, σύμφωνα με την οποία η εγκατάσταση των προγόνων των Γεωργιανών στην περιοχή του Καυκάσου (4η χιλιετία π.Χ.) συνδέεται με τη μετανάστευση φυλών ίδιας καταγωγής. Από την άλλη πλευρά στην 3-2 χιλιετία π.Χ. οι Προγεωργιανές φυλές μετανάστευσαν από τον Καύκασο στην περιοχή του Αιγαίου αποτελώντας με τον τρόπο αυτό ένα από τα πιο ουσιαστικά στοιχεία του προελληνικού κόσμου. Βάση της υπόθεσης αυτής είναι εκατοντάδες τεκμήρια στην προελληνική γλώσσα που έχουν γεωργιανή προέλευση, όπως και η ελληνική μυθοποιητική παράδοση, που διηγείται για τον αλυσοδεμένο Προμηθέα, για τη γυναίκα του βασιλιά της Κρήτης την Πασιφάη, για το βασιλιά Αιήτη κλπ.
Για ελληνογεωργιανές σχέσεις μπορούμε να μιλάμε από την Μυκηναϊκή Εποχή, όταν οι Έλληνες για πρώτη φορά έφτασαν στη Μαύρη Θάλασσα. Η περίοδος αυτή καθρεφτίζεται στο μύθο της Αργοναυτικής Εκστρατείας στην Κολχίδα και στην δραματική αγάπη του Ιάσονα και της Μήδειας. Σύμφωνα με τον μύθο, η Αργοναυτική Εκστρατεία έγινε στο μεταίχμιο του 14ου προς τον 13ο αιώνα, στην εποχή της ακμής του πολιτισμού της Κολχίδας.
Οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γεωργία αναπτύχθηκαν κατά την εποχή του Ελληνικού
Αποικισμού. Η σύνθεση του ελληνικού με το γεωργιανό στοιχείο συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση και ανάπτυξη πολλών αποικιών στην περιοχή της Γεωργίας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύουν οι αρχαιολογικές ανασκαφές, κυρίως στην αρχαία πόλη Βάνι. Από την ίδια εποχή έχουμε και τα πρώτα γραπτά μνημεία, στα οποία αναφέρονται οι γεωργιανές φυλές, και τα οποία παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για το γεωργιανό κόσμο γενικότερα: πρόκειται για πηγές μεγάλης σημασίας για την γεωργιανή ιστοριογραφία.
Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ, στην παγκόσμια ιστορία αρχίζει μια καινούργια περίοδος, η Ελληνιστική. Η Γεωργία, αν και δεν υπήρξε ποτέ ελληνιστικό κράτος, είχε διακριτικές σχέσεις με τον ελληνιστικό κόσμο. Την εποχή αυτή σχηματίστηκε στην Ανατολική Γεωργία ένα ισχυρό κράτος, η Ιβηρία. Κατά την ελληνιστική περίοδο οι επαφές με την ελληνική γλώσσα και γενικά με τον ελληνικό πολιτισμό επεκτάθηκαν και στην Ανατολική Γεωργία. Είναι γεγονός ότι από τους δύο πολιτισμούς με τους οποίους η Γεωργία έρχεται σε επαφή, τον ανατολικό και το δυτικό, διαλέγει τον τελευταίο, προδιαγράφοντας έτσι το μέλλον του κράτους.
Η αρχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Γεωργία συμπίπτει με την εκστρατεία του Πομπήιου (1ος αιώνας π.Χ.). Η Γεωργία όμως, όπως και όλο το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, είναι προσανατολισμένη στον ελληνικό πολιτισμό. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Τζαλίσα, στην παλαιά πρωτεύουσα της Γεωργίας Μτσχέτα και τα ελληνικά χειρόγραφα που βρέθηκαν στο έδαφος της Γεωργίας αποδεικνύουν πόσο δυνατό ήταν το ελληνικό στοιχείο κατά την περίοδο αυτή. Με την επικράτηση της νέας θρησκείας οι σχέσεις της Γεωργίας με τον ελληνόφωνο κόσμο ενδυναμώθηκαν. Οι ελληνογεωργιανές σχέσεις στη βυζαντινή περίοδο έγιναν πιο στενές και πολύπλευρες. Από τον 5ο αιώνα μ.Χ. στη γεωργιανή γλώσσα μεταφράζονται θαυμάσια έργα της βυζαντινής λογοτεχνίας. Υπάρχουν περιπτώσεις ελληνικών έργων που χάθηκαν στο πρωτότυπο, αλλά διασώθηκαν μόνο στη γεωργιανή τους μετάφραση. Κατά τη βυζαντινή περίοδο χτίστηκαν πολλά αξιόλογα γεωργιανά μνημεία στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου (Άθως, Κύπρος, Πέτριτζο κλπ), τα οποία λειτούργησαν ως πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα των ελληνογεωργιανών σχέσεων.
Μετά την Άλωση της Πόλης η Γεωργία, όπως και όλος ο χριστιανικός κόσμος της Ανατολής, πέρασε δύσκολες στιγμές. Τότε αρχίζει και η περίοδος παρακμής των ελληνογεωργιανών σχέσεων.
Στο τέλος του 18ου αιώνα, όταν η Γεωργία έγινε μια δεύτερη πατρίδα για τους Πόντιους πρόσφυγες, αρχίζει μια καινούργια περίοδος για τις ελληνογεωργιανές σχέσεις. Οι Πόντιοι που διατήρησαν την εθνική τους συνείδηση για πολλούς αιώνες υπό τον τουρκικό ζυγό, άρχισαν μια καινούργια ζωή στην ομόθρησκη Γεωργία.
Ρίχνοντας μια ματιά στις ελληνογεωργιανές σχέσεις εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για ολόκληρο σύστημα αλληλεπιδράσεων με την αρχή, την ακμή και την παρακμή του. Με άριστες σχέσεις χιλιάδων ετών η Ελλάδα και η Γεωργία αποτελούν ένα υπόδειγμα μακρόχρονης και καρποφόρας συνύπαρξης.
Μετά από την επίτευξη της ανεξαρτησίας του Γεωργιανού κράτους, οι σχέσεις της Γεωργίας με την Ελλάδα εισήλθαν σε μια καινούργια εποχή, γεγονός που συμβάλλει στη ισχυροποίηση των πολιτικών, πολιτιστικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο λαών.
Οι μακραίωνες ελληνογεωργιανές επαφές προκαλούν σήμερα στη Γεωργία μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία της Ελλάδας και γενικά για τον ελληνικό πολιτισμό. Η πολύπλευρη αυτή ενασχόληση με τη μελέτη του Ελληνισμού και των πολύμορφων σχέσεων του με τη Γεωργία βοηθά στη δυναμική εξέλιξη των ελληνικών σπουδών στη Γεωργία. Το κύρος της σχολής της κλασικής φιλολογίας και βυζαντινολογίας στη Γεωργία έχει αναγνωρισθεί παγκόσμια. Τα τελευταία χρόνια έχει διεκδικήσει μια ανάλογη θέση και η σχολή της νεοελληνικής φιλολογίας. Με τη συμπαράσταση της Ελληνικής Πρεσβείας στη Γεωργία, καθώς και διαφόρων ελληνικών ιδρυμάτων και φορέων, στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Τιφλίδας ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Κλασικών, Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών. Στα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης της Γεωργίας διδάσκεται η ελληνική ως ξένη γλώσσα κατ' επιλογήν. Πρόσφατα άρχισε να λειτουργεί στην Ελλάδα το Γεωργιανό Ινστιτούτο Αθηνών. Συμπερασματικά, μπορεί ανεπιφύλακτα να υποστηριχθεί ότι οι ελληνογεωργιανές σχέσεις έχουν ένα σταθερό υπόβαθρο που μας παρέχει τη δυνατότητα να αισιοδοξούμε για το μέλλον.